Η ταυτότητά μας

Κρανίδι, Ερμιονίδα, Greece

Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Βιβλιοθήκες στην Αθωνική Πολιτεία

Στην υπερχιλιόχρονη ιστορική πορεία της η Αθωνική Πολιτεία δεν υπήρξε μόνο τόπος μετανοίας και προσευχής των αμέτρητων χιλιάδων καταφυγόντων εκεί πιστών ορθοδόξων. Υπήρξε και χώρος σπουδής και μελέτης, ώστε η ψυχή ν' ανεβεί την κλίμακα της σωτηρίας πλουτισμένη με πολλά πνευματικά εφόδια. Με τη γραφίδα τους οι μοναχοί γράφουν και αντιγράφουν κείμενα, για να εντρυφήσουν οι ίδιοι και να διαδώσουν ανά τον κόσμο την καταγραμμένη ανθρώπινη σοφία. Με τα χρόνια, χειρόγραφα από το Όρος εμπλουτίζουν πολλές μεγάλες βιβλιοθήκες του κόσμου και συντελούν στην πολιτιστική ανάπτυξη και ξένων λαώναριθμός αγιορείτικων χειρογράφων, που έμειναν στον τόπο της παραγωγής τους, καταλογογραφήθηκαν σε δυο τόμους, δημοσιευμένους στα 1895 και 1900 στο Κέμπριτζ της Αγγλίας (είχε προηγηθεί και τόμος δημοσιευμένος το 1888 στην Αθήνα), από τον ιστορικό Σπυρίδωνα Λάμπρο. Ύστερα από αυτόν συνέβαλαν με καταλόγους τους και άλλοι επιστήμονες. Η συνολική όμως απογραφή (και μάλιστα με σύγχρονη επιστημονική μέθοδο) παραμένει ζητούμενο, δεδομένου ότι μεγάλος αριθμός αγιορείτικων χειρογράφων ανακαλύφθηκαν μετά ταύτα και κανείς δεν ξέρει να υπολογίσει πόσα άλλα αθησαύριστα χειρόγραφα μπορεί ακόμη εκεί να λανθάνουν.
 Μετά την περίοδο των χειρογράφων ήλθε η τέχνη της τυπογραφίας.
Αντίθετα από αυτό που πιστεύουν μερικοί, ότι δηλαδή το Όρος είναι τόπος πεισματικού συντηρητισμού, που αντιτάσσεται σ' οποιοδήποτε νεοτερισμό, η αλήθεια είναι πως υπήρξε και παραμένει πρόθυμος αποδέκτης οποιασδήποτε αλλαγής, η οποία συμβάλλει στην πνευματική καλλιέργεια των ανθρώπων. Από τον πρώτο κιόλας αιώνα τα τυπωμένα προϊόντα πήραν θέση πλάι στα χειρόγραφα των αγιορείτικων βιβλιοθηκών. Αντίτυπα έφερε στο δισάκι του ο ανώνυμος που πεζοπόρησε ως εκεί για να ασκητεύσει, ο ξενιτεμένος στη Βενετία, στη Βιέννη ή αλλού Έλληνας τυπογράφος, συγγραφέας ή έμπορος, που θεώρησαν υποχρέωσή τους να στείλουν ως αφιέρωμα βιβλία τους στο «Περιβόλι της Παναγίας», οι σοφοί, τέλος, Αγιορείτες που μετέβησαν στην ξένη, για να τυπώσουν τις συγγραφές τους.

Σήμερα το Όρος είναι μια απέραντη βιβλιοθήκη. Βιβλία υπάρχουν στις οργανωμένες βιβλιοθήκες των είκοσι περιώνυμων μοναστηριών του, στο Κυριακό των σκητών, αλλά και στα επί μέρους σπίτια που συναποτελούν τις σκήτες, σ' όλα, τέλος, τα διάσπαρτα ασκηταριά, όπου οι απομονωμένοι ερημίτες αγωνίζονται για να κερδίσουν τη σωτηρία της ψυχής τους.
Σχηματικά θα μπορούσαμε να διαιρέσουμε τα υπάρχοντα σήμερα στο Όρος έντυπα στις εξής επί μέρους κατηγορίες: Παλαιά έντυπα, μερικά σε μνημειώδεις πολυτελείς εκδόσεις (εκτός Ελλάδος, αφού σ' αυτήν η τυπογραφία λειτούργησε, σε Κωνσταντινούπολη και Κέρκυρα, από το 1798 και ύστερα) που παρ' όλο ότι στα περισσότερα δημοσιεύονται κείμενα ελληνικά (έργα Ελλήνων κλασικών, έργα πατέρων της Εκκλησίας ή κείμενα της Γραφής) δεν θεωρούνται βιβλία από εκείνα που απαρτίζουν τη λεγόμενη ιστορική μας ελληνική βιβλιογραφία.
Η δεύτερη ομάδα των αγιορείτικων εντύπων είναι η σπουδαιότερης εθνικής σημασίας, γιατί περιλαμβάνει τα βιβλία που ανήκουν στη χαρακτηριζόμενη παραπάνω ως ιστορική μας ελληνική βιβλιογραφία. Πρόκειται για τα προϊόντα της πνευματικής παραγωγής των νεοελλήνων, γι' αυτά που κράτησαν ζωντανή την ελληνικότητα και ενίσχυσαν την ορθόδοξη πίστη μας στους χαλεπούς αιώνες της Τουρκοκρατίας. Από την άποψη αυτή το Όρος υπήρξε αληθινή κιβωτός, που διαφύλαξε όσα περισσότερα βιβλία αυτής της κατηγορίας μπορούσε. Και όσοι καταπιάστηκαν για να καταλογογραφήσουν τα έντυπα της αναδρομικής μας εθνικής βιβλιοπαραγωγής, το πρώτο τους ξεκίνημα το έκαναν ψάχνοντας στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών.
Η μεγάλη αυτή ομάδα των βιβλίων υποδιαιρείται σε βιβλία δυο ξεχωριστών χρονικών περιόδων. Τα έντυπα της μιας και της άλλης περιόδου διαφέρουν ως προς τα κριτήρια της ελληνικότητάς τους.
...Η πρώτη υποκατηγορία περιλαμβάνει τα βιβλία που τυπώθηκαν οπουδήποτε στον κόσμο και σ' οποιαδήποτε γλώσσα, από την αρχή λειτουργίας της τυπογραφίας μέχρι το έτος 1800, στων οποίων τις σελίδες αναφέρεται πως για την παραγωγή τους συνέβαλαν, με οποιαδήποτε ιδιότητα (συγγραφείς, εκδότες, μεταφραστές κ.λπ.), κάποιοι Έλληνες που έζησαν από την έναρξη της τυπογραφικής τέχνης και μεταγενέστερα. Στην ίδια ομάδα ανήκουν και όποια βιβλία εικάζεται, από το δημοσιευόμενο κείμενό τους, πως προορίζονταν για να χρησιμοποιηθούν από Έλληνες και όχι από αναγνώστες άλλων λαών. Ας πούμε, ένα Ψαλτήρι, που τυπώθηκε από μη Έλληνα τυπογράφο, είναι βέβαιο πως προοριζόταν για χρήστες ελληνικής γλώσσας και καταγωγής.
.........Η δεύτερη υποκατηγορία περιλαμβάνει τα σε ελληνική γλώσσα βιβλία των νεοελλήνων, που τυπώθηκαν στην περίοδο των ετών 1800-1863. Τα σε ξένη γλώσσα τυπωμένα έργα των Ελλήνων, αυτής της περιόδου, αποκλείσθηκαν. Το προαναφερόμενο καταληκτικό έτος αποτελεί και το τελευταίο έτος της απογραμμένης αναδρομικής εθνικής μας βιβλιογραφίας.
.........Από εκεί και ύστερα η έντυπη παραγωγή μας είναι και παραμένει σχεδόν παντελώς ακαταλογογράφητη! Θα ήθελα εδώ να κάνω μερικές επισημάνσεις ως προς το περιεχόμενο των βιβλίων των προαναφερόμενων δυο μεγάλων υποκατηγοριών. Δεν πρέπει να νομισθεί ότι στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών υπάρχουν μόνο βιβλία για λειτουργική εκκλησιαστική χρήση ή με κείμενα κατήχησης ή ηθικοδιδακτικά. Υπάρχουν και βιβλία με κείμενα που θα περίμενε κανείς να σώζονται στα ράφια κοσμικών βιβλιοθηκών. Αποκλείσθηκαν μόνο τα βιβλία που τα κείμενά τους δεν θα ταίριαζαν στην ιερότητα του χώρου. Θα βρούμε στις αγιορείτικες βιβλιοθήκες ακόμη και πολλά μαθητικά εγχειρίδια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Η ύπαρξη, μάλιστα, πολλαπλών αντιτύπων τέτοιων βιβλίων στην ίδια αγιορείτικη βιβλιοθήκη υποδηλώνει, κατά κάποιον τρόπο λειτουργία, κάποτε, υποτυπώδους σχολείου, όπου οι πιο γραμματιζούμενοι μοναχοί δίδασκαν τους ολιγογράμματους συνασκητές τους.
Στο Όρος πάντοτε μόνασαν και υψηλής μορφώσεως άτομα, τα οποία δεν ξέκοψαν από την εκτός Όρους πνευματική ζωή, τα έντυπα προϊόντα της οποίας τα προμηθεύονταν αδιαλείπτως, για τη μορφωτική τους βελτίωση παράλληλα με την ψυχική. Οι Αγιορείτες, μάλιστα, πολυάριθμοι αναγνώστες, συντηρητικοί καθώς υπήρξαν πάντοτε, φύλαξαν επιμελώς τα κατά καιρούς αναγνώσματά τους, κατά τρόπο που αν κάποτε επιχειρηθεί η απογραφή των μετά το 1863 βιβλίων των Ελλήνων, οι απογραφείς θα βρουν και πάλι στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών πολλά έντυπα που οι κοσμικές βιβλιοθήκες δεν θεώρησαν απαραίτητο να τα διαφυλάξουν στα δικά τους ράφια.
Μια άλλη κατηγορία βιβλίων, που φιλοξενούνται και σήμερα στα ράφια των αγιορείτικων βιβλιοθηκών, είναι τα ξενόγλωσσα. Εννοούμε τα σε γλώσσα ορθόδοξων βαλκανικών και άλλων λαών (ρωσικά, βουλγαρικά, σλαβικά, ρουμανικά, αραβικά και άλλα). Τέτοια βιβλία δεν υπάρχουν μόνο στα τρία ξενόγλωσσα μεγάλα αγιορείτικα μοναστήρια (Αγ. Παντελεήμονος: ρωσικό, Χιλανδαρίου: σερβικό, Ζωγράφου: βουλγαρικό) και στη μεγάλη ρουμανική σκήτη Ιωάννου του Προδρόμου. Υπάρχουν και σε πολλά άλλα μοναστήρια, στα οποία κατά καιρούς πέρασαν και μόνασαν και αλλοδαποί ορθόδοξοι ή που στο παρελθόν είχαν σχέσεις με παραδουνάβιες κοινότητες και πιστούς από εκεί προσκυνητές. Δεν γνωρίζω αν έχει επιχειρηθεί συστηματική απογραφή αυτών των ξενόγλωσσων βιβλίων που φυλάσσονται και σήμερα στο Όρος. Εικάζω όμως ότι πολλές χρήσιμες ιστορικές πληροφορίες θα προέκυπταν αν γινόταν κάτι τέτοιο.
Τέλος, δεν πρέπει να παραλειφθεί η αναφορά μιας άλλης ομάδας παλαιών βιβλίων, που υπάρχουν σχεδόν σε όλες τις βιβλιοθήκες του Όρους. Πρόκειται για τα «άδηλα». Βιβλία δηλαδή που με τα χρόνια και την πολλή χρήση ακρωτηριάστηκε η ακεραιότητά τους. Για τα άτιτλα από τα ελλιπή αυτά αντίτυπα η ταύτιση, πολλές φορές, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αν επιχειρηθεί από ειδικούς μπορεί και να αποβεί επιτυχής και να διαπιστωθεί ότι πρόκειται για παλαιές εκδόσεις ιδιαίτερα σπάνιες. Ο υπογράφων έχει, νομίζω, αποδείξει έμπρακτα πως αγαπά και σέβεται το Όρος, τους Αγιορείτες και τα πάσης φύσεως ιερά κειμήλια. Είκοσι και παραπάνω χρόνια μόχθησε για να συντάξει τον κατάλογο των βιβλίων που φυλάσσονται στα εκεί μοναστήρια, σε πολλές σκήτες και σε όποια κελιά του άνοιξαν τη θύρα τους. Στην πορεία εκείνη ανατρίχιασε, όταν, ψάχνοντας προ δεκαετίας επισταμένως σε μεγάλο μοναστήρι, βρήκε μόνο δώδεκα εκδόσεις του 16ου αιώνος από τις εξήντα που άμεσα και έμμεσα είχε εντοπίσει περίπου προ 130 ετών ο αλλοδαπός θεμελιωτής της βιβλιογραφικής μας αναδρομής.
Δεν θέλησα με το μυαλό μου να υποψιασθώ άλλη αιτία, γι' αυτή τη δραματική μείωση, από τη φθορά του χρόνου, την αμέλεια, την ακαταλληλότητα του χώρου και την τυχαία καταστροφή, όπως είναι μια αναπάντεχη πυρκαγιά.
Δικαιούται, επομένως, να διατυπώσει κάποιες υποδείξεις, παρ' όλο που γνωρίζει πως κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες γίνονται τελευταία, και μάλιστα από ιδιαίτερα πεπαιδευμένους μοναχούς.


Η διασπορά παλαιών χειρογράφων και εντύπων ακόμη και στις μικρότερες ασκητικές μονάδες δεν ωφελεί. Σ' αυτές δεν μπορεί να εξασφαλισθούν ούτε οι κατάλληλες συνθήκες περιβαλλοντικής προστασίας. Χειρόγραφα και παλαιά βιβλία, παλαιότερα του 1900, πρέπει να διατηρούνται μόνο στις βιβλιοθήκες των μεγάλων μονών και στις κεντρικές των οργανωμένων σκητών. Από την Επιστασία θα πρέπει να γίνει παρακολούθηση σύνταξης καταλόγων, που από μόνοι τους δεν αρκούν, αν δεν συνοδεύονται από κατάλληλη μόνιμη ταξιθέτηση των βιβλίων, ώστε η ανίχνευσή τους, σ' οποιαδήποτε ζήτηση, να καθίσταται ευχερής.
Κοσμογονικές πραγματοποιούνται τα τελευταία έτη αναστηλώσεις και υποστηρίξεις στα κτιριακά συγκροτήματα του Όρους. Ας εξοικονομηθεί σ' αυτά χώρος ιδιαίτερος για χειρόγραφα και παλαιά έντυπα, που να εξασφαλίζει συνθήκες προστασίας αντικειμένων βαρυνομένων από το χρόνο, και όχι μόνο: η φροντίδα σε μια τέτοια βιβλιοθήκη δεν τελειώνει ποτέ. Μακροχρόνια πρέπει να είναι η συντήρηση των ετοιμόρροπων κειμηλίων γραμμένου και τυπωμένου χαρτιού, με προτεραιότητα στα εξ αυτών σπανιότερα (το Όρος έχει πολλές εκδόσεις, των οποίων διασώζει το μοναδικό αντίτυπο που ως τώρα βρέθηκε).
Αν δεν γίνουν αυτά, και άλλα, τώρα που πρόσφατα άλλαξε ο αιώνας, ο οποίος προστέθηκε βλαπτικά στη γήρανση αυτών των θησαυρών, τότε τα εξήντα 16ου αιώνος έντυπα, που εντοπίσθηκαν στο μοναστήρι το 19ο αιώνα, και έγιναν μόνο δώδεκα τον 20ό, στον 21ο θα γίνουν ακόμη λιγότερα. Και τότε η Ιστορία θα ψέξει γι' αυτό όχι μόνο την αμέλεια των φυλάκων μοναχών, αλλά και την αδιαφορία των θεωρούμενων ως ειδημόνων λαϊκών.

Θωμάς Ι. Παπαδόπουλος
Φιλόλογος - Βιβλιοθηκονόμος


Βιβλιογραφία
Σπυρίδων Π. Λάμπρος, Κατάλογος των εν ταις βιβλιοθήκαις του Αγίου Όρους ελληνικών κωδίκων, Α'- Β', Κανταβριγία 1895-1900.
Θωμάς I. Παπαδόπουλος, Βιβλιοθήκες Αγίου Όρους. Παλαιά ελληνικά έντυπα: Πρώτη προσπάθεια συγκροτήσεως συλλογικού καταλόγου, Αθήνα 2000.
ΠηγήΕλευθεροτυπία, Περιοδικό Ιστορικά, « Άγιον Όρος », τεύχος 182, 24 Απριλίου 2003.


http://argolikivivliothiki.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου